
Ήταν μεσημέρι όταν η Έλενα μπήκε στο σπίτι του Μάρκου. Την περίμενε με ανυπομονησία και ευχόταν να μπορούσε να την παραλάβει ο ίδιος από το νοσοκομείο, κάτι που όμως ήταν αδύνατο να γίνει υπό το φως του ήλιου. Οι επόμενες μέρες κύλησαν ήρεμα. Τουλάχιστον έτσι έδειχναν να είναι. Ο Μάρκος φρόντιζε και πρόσεχε την Έλενα με τόση αγάπη και τρυφερότητα. Της μαγείρευε, της έβαζε την αγαπημένη του μουσική μήπως και τη μυήσει σ' αυτήν, έβλεπαν μαζί ταινίες όλων των ειδών. Η Έλενα συχνά έπαιζε μουσική με το βιολί της και ο Μάρκος ολοκλήρωνε σιγά σιγά τη συγγραφή του νέου του βιβλίου. Είχε περάσει κιόλας μία εβδομάδα και κανένας από τους δύο δεν είχε βγει από το σπίτι μιας και ο Μάρκος είχε μεριμνήσει τίποτε να μη λείπει. Μιλούσαν για τα πάντα, εκτός από το ατύχημα. Και αυτό γιατί και τους δύο τους απασχολούσε κάτι. Ο Μάρκος δεν ήθελε να τρομάξει την Έλενα και η Έλενα με τη σειρά της δεν ήθελε να τον ανησυχήσει αφού δεν ήταν και πολύ σίγουρη για τον λόγο που την έκανε να νιώθει άβολα.
Ήταν απόγευμα όταν ο Μάρκος αποφάσισε να μιλήσει πρώτος, να κάνει την αρχή...
"Έλενα νομίζω πως τώρα που έχουμε ηρεμήσει και οι δύο πρέπει να μιλήσουμε σοβαρά για το ατύχημα. Με απασχολεί κάτι και βλέπω πως σε απασχολεί και εσένα κάτι."
"Έχεις δίκιο. Νομίζω πως η ώρα γι' αυτή τη κουβέντα ήρθε, αρκετά την αναβάλαμε."
Κάθισαν ο ένας απέναντι στον άλλον με ύφος σοβαρό και την ανησυχία ζωγραφισμένη στα πρόσωπά τους. Ο Μάρκος την κοίταξε όσο πιο ήρεμα μπορούσε και είπε...
"Εκείνο το βράδυ λίγο πριν ξεκινήσει το κονσέρτο και ενώ ήδη καθόμουν στη θέση μου διαισθάνθηκα κάτι περίεργο. Μία παρεμβολή, μία παρουσία. Έψαξα λίγο γύρω μου αλλά δεν είδα κάτι που να με αναγκάσει να σηκωθώ και να το ελέγξω. Να ήξερες πόσο το μετανιώνω τώρα. Έπρεπε να μη το αφήσω να περάσει έτσι. Ο ενθουσιασμός μου όμως για τη μουσική που ξεκινούσε εκείνη την ώρα με έκανε να μη δώσω την απαραίτητη προσοχή, να ξεχαστώ."
"Δεν έκανες κάτι λάθος. Πως να πάει το μυαλό σου στο κακό, αν υπήρχε βέβαια."...του απάντησε αμέσως η Έλενα και συνέχισε...
"Να σου πω όμως και εγώ κάτι που βλέπω ή καλύτερα ακούω τρεις μέρες τώρα, που δε το καταλαβαίνω και έχει αρχίσει να με τρομοκρατεί. Έχει τρεις νύχτες που στον ύπνο μου ακούω μία ανδρική φωνή να μου λέει...'Απλώς παραπάτησες...Δε με είδες ποτέ.'..."
Ο Μάρκος αμέσως πετάχτηκε από τη πολυθρόνα του. Τα είχε καταλάβει όλα. Γύρισε αναστατωμένος προς την Έλενα και της είπε σχεδόν φωναχτά...
"Μάλλον δεν είμαι όσο τελευταίος νόμιζα."
"Τι εννοείς;"
"Μόλις συνειδητοποίησα τι έχει συμβεί...Σε σαγήνευσαν...Σου είπαν τι να πεις και τι να θυμάσαι. Το ότι σου έδωσα το αίμα μου για να σε σώσω εξουδετέρωσε ως έναν βαθμό την αυθυποβολή και γι' αυτό μπορείς και ακούς τη φράση αυτή. Αυτό πρέπει ακριβώς να σου είπε αυτός που το έκανε. Κοίταξε μέσα στα μάτια σου και στο είπε ή καλύτερα στο επέβαλε. Το μόνο που δε καταλαβαίνω είναι ποιος μπορεί να κρύβεται πίσω από αυτό και κυρίως το γιατί να θέλει να σου κάνει κακό και μέσα από εσένα να κάνει κακό και σ' εμένα."
Η Έλενα πλησίασε τον Μάρκο και σαφέστατα αγχωμένη χώθηκε στην αγκαλιά του. Ο Μάρκος σε μια προσπάθεια να της μειώσει την αγωνία της έδωσε ένα μικρό φιλί και της είπε...
"Όλα δείχνουν πως έχουμε να κάνουμε με έναν βρικόλακα. Πρέπει να πάρουμε τα μέτρα μας. Πρέπει να κάνουμε κάτι γι' αυτή τη σκιά που μας ακολουθεί και νομίζω πως έχω βρει και τι ακριβώς..."